Δευτέρα 14 Ιουλίου 2008

Καταχρητικοί τρεις όροι τραπεζικών συναλλαγών

Η απόφαση ως τελεσίδικη είναι πλέον εκτελεστή.
Ειδικότερα η απόφαση αφορά τους εξής όρους:

Καταχρηστικός κρίνεται ο όρος που επιβάλλει στον καταναλωτή να καταβάλει στην τράπεζα επιβάρυνση 1,40 ευρώ, όταν καταθέτει χρήματα στον καταθετικό λογαριασμό ενός τρίτου (λ.χ. για το ενοίκιο, σε φιλικό του ή συγγενικό του πρόσωπο, για οποιαδήποτε αιτία).
Πρόκειται για χρέωση που προβλέπει η συντριπτική πλειοψηφία των τραπεζών και ανέρχεται συνήθως από 1,20 έως 1,50 ευρώ.

Καταχρηστικός κρίνεται ο όρος που προβλέπει ότι στην περίπτωση που οι κινήσεις ενός λογαριασμού ταμιευτηρίου ή τρεχούμενου είναι περισσότερες από τέσσερις το μήνα, ο κάτοχος του λογαριασμού επιβαρύνεται με 0,80 ευρώ για κάθε κίνηση.

Καταχρηστικός κρίνεται ο όρος που προβλέπει, για την περίπτωση στεγαστικού δανείου που χρησιμοποιείται για την κατασκευή ή ανέγερση κατοικίας, ότι το δάνειο κατατίθεται σε δεσμευμένο λογαριασμό και, ενώ ο δανειολήπτης το αναλαμβάνει τμηματικά, ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών, επιβαρύνεται με τους τόκους του δανείου από την ημέρα που κατατίθεται το ποσό στο δεσμευμένο λογαριασμό, με αποτέλεσμα ο δανειολήπτης να πληρώνει τόκους για κεφάλαια του δανείου, τα οποία, στην πραγματικότητα, δεν είχαν περιέλθει σε αυτόν.

Επίσης:
Παράνομες κρίθηκαν από το Εφετείο τραπεζικές χρεώσεις σε βάρος καταναλωτών
-την επιβάρυνση του καταναλωτή που χρησιμοποιεί την πιστωτική κάρτα ως μέσο πίστωσης με τόκους αναδρομικά από την ημέρα διεξαγωγής της συναλλαγής και όχι με την πάροδο της προθεσμίας πληρωμής που αναγράφεται στο μηνιαίο λογαριασμό που του αποστέλλεται (γεγονός που συνεπάγεται την επιβάρυνση του καταναλωτή με τόκους κατά μέσο όρο 35 ημερών)
-την επιβολή εξόδων για τις αναλήψεις μετρητών μέσω πιστωτικής κάρτας που κλιμακώνονται ανάλογα με το ποσό ανάληψης (από 3 έως 20 ευρώ)
-την καταστρατήγηση της διαφάνειας του κυμαινόμενου επιτοκίου στις πιστωτικές κάρτες με τη δυνατότητα της τράπεζας για μεγαλύτερη αναπροσαρμογή από αυτή που προκύπτει από την αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή τη δυνατότητα της τράπεζας να μη μειώσει το επιτόκιο όταν η πορεία των επιτοκίων της ΕΚΤ είναι καθοδική
-την επιβολή εξόδων αδράνειας (0,60 ή 1,00 ευρώ ανά μήνα) σε καταθετικούς λογαριασμούς που παραμένουν ακίνητοι για διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών
-τη δυνατότητα της τράπεζας να διαφοροποιεί τα επιτόκια καταθέσεων ανάλογα με το υπόλοιπο του λογαριασμού
-τον περιορισμό της ευθύνης της τράπεζας σε περίπτωση που γίνει παράνομη χρήση του απολεσθέντος ή κλαπέντος βιβλιαρίου καταθέσεως
-την επιβολή εξόδων τήρησης και παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων.

Επίσης, κατά τη συζήτηση της έφεσης που είχε ασκήσει η Εθνική Τράπεζα κατά της πρωτόδικης απόφασης παραιτήθηκε από ένα μέρος της έφεσής της, δηλώνοντας ότι παύει τη χρήση των ακόλουθων επίσης όρων που κρίθηκαν πρωτοδίκως καταχρηστικοί και προβλέπουν:
- την επιβολή εξόδων για την εξέταση αιτήματος δανειοδότησης που κλιμακώνονται ανάλογα με το ποσόν του στεγαστικού δανείου (από 550 έως 1.500 ευρώ)
- την επιβολή επιβάρυνσης στο δανειολήπτη 50 ευρώ για τη χορήγηση από την τράπεζα βεβαίωσης οφειλών
- τη μονομερή μεταβολή των όρων λειτουργίας των λογαριασμών καταθέσεων,
- το μονομερή καθορισμό των ημερών δέσμευσης και διαθεσιμότητας και μετάθεσης της έναρξης τοκοφορίας αναφορικά με ποσά που κατατίθενται.

Τέλος,
Παράνομες 14 χρεώσεις και προμήθειες που επιβάλλουν οι τράπεζες (Πρωτοδικείο)
Οι δεκατέσσερις όροι
Αναλυτικά, οι επίμαχοι 14 όροι, όπως γράφει η εφημερίδα Έθνος, είναι:
1. Όποιος εξοφλεί ένα μέρος του λογαριασμού της πιστωτικής κάρτας ή την προβλεπόμενη ελάχιστη καταβολή χρεώνεται με τόκο αναδρομικά από τη μέρα της συναλλαγής (π.χ. αγοράς ενός προϊόντος) και όχι από την ημερομηνία εξόφλησης που αναφέρεται στο λογαριασμό. Έτσι όμως ο καταναλωτής επιβαρύνεται και πριν από την καθυστέρηση (υπερημερία) καταβολής του ποσού με τόκους 35 ημερών κατά μέσο όρο.
2. Έξοδα από 3 έως 20 ευρώ, που κλιμακώνονται ανάλογα, όταν γίνεται ανάληψη μετρητών μέσω πιστωτικής κάρτας. Κρίνονται αβάσιμοι οι τραπεζικοί ισχυρισμοί περί λειτουργικών εξόδων και μάλιστα τέτοιου ύψους.
3. Έξοδα για εξέταση αιτήματος δανειοδότησης που κυμαίνονται από 550-1.500 ευρώ, χωρίς να προκύπτει πως υπολογίζονται τόσο δυσανάλογα αυξημένα ποσά, τα οποία χρεώνονται ακόμα και εάν δεν εγκριθεί το στεγαστικό δάνειο.
4. Προμήθεια 1,40 ευρώ για κατάθεση ποσού στο λογαριασμό ενός τρίτου προσώπου, παρόλο που η κατάθεση λειτουργεί υπέρ του πελάτη της τράπεζας, αλλά και υπέρ της ιδίας (μεγαλύτερη ρευστότητα χρημάτων), ενώ δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ως κόστος για την έκδοση απόδειξης.
5. Προμήθεια ή έξοδα 50 ευρώ για να χορηγηθεί βεβαίωση οφειλών σε όποιον θέλει να μεταφέρει το χρέος του σε άλλη τράπεζα. Τα λειτουργικά αυτά έξοδα είναι αδιευκρίνιστα και δυσανάλογα υψηλά, παρόλο που η έκδοση της βεβαίωσης γίνεται σύντομα και με ευχέρεια μέσω Η/Υ.
6. Στα στεγαστικά δάνεια η τράπεζα καταθέτει το ποσό σε δεσμευμένο καταθετικό λογαριασμό και η λήψη των χρημάτων γίνεται σταδιακά ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών. Εντούτοις, ο δανειολήπτης επιβαρύνεται με τόκους από την ημέρα κατάθεσης και για όλο το ποσό, αν και δεν βρίσκεται στη δική του, αλλά στη διάθεση της τράπεζας.
7. Έξοδα κίνησης σε λογαριασμούς τρεχούμενους ή Ταμιευτηρίου, που ανέρχονται σε 0,80 ευρώ ανά κίνηση μετά την τέταρτη κίνηση του λογαριασμού ανά μήνα (το ποσό ποικίλλει ανάλογα με το ύψος της κατάθεσης). Έτσι όμως η τράπεζα, ενώ «δανείζεται» χρήματα από καταναλωτές με πολύ ευνοϊκούς όρους, μετακυλίει σε αυτούς το λειτουργικό κόστος, αντισταθμίζοντάς το με τα επιτόκια καταθέσεων και χρεώνοντας προκαταβολικά την υπηρεσία φύλαξης-διαχείρισης των χρημάτων.
8. Έξοδα αδράνειας (0,60-1 ευρώ μηνιαίως) για λογαριασμούς κατάθεσης που μένουν ακίνητοι για περισσότερο από 18 μήνες, καθώς δεν δικαιολογείται επαρκώς πώς προκύπτουν έξοδα και για κινούμενους και για ακίνητους λογαριασμούς (ενώ λογικά εξοικονομούν οι τράπεζες λειτουργικό κόστος από τη μη κίνηση).
9. Η δυνατότητα να διαμορφώνει η τράπεζα μονομερώς τα επιτόκια καταθέσεων χωρίς να χρησιμοποιεί εύλογα κριτήρια, εξαναγκάζοντας έμμεσα τους καταναλωτές να αυξήσουν το ύψος των καταθέσεων, για να έχουν μεγαλύτερο επιτόκιο.
10. Έξοδα τήρησης και παρακολούθησης των λογαριασμών καταθέσεων, ιδίως όταν είναι μικρότεροι από ένα μέσο μηνιαίο υπόλοιπο που καθορίζει η τράπεζα, με κριτήρια αόριστα, που δεν δικαιολογούν τη σχετική επιβάρυνση.
11. Η δυνατότητα της τράπεζας για μεγαλύτερη αναπροσαρμογή του κυμαινόμενου επιτοκίου στις πιστωτικές κάρτες από εκείνη που προκύπτει από την αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έτσι καταστρατηγείται η αρχή της διαφάνειας.
12. Μειωμένη ευθύνη της τράπεζας αν γίνει παράνομη χρήση του βιβλιαρίου κατάθεσης. Όμως, σε περίπτωση απώλειάς του, ακόμα και αν καθυστερήσει ο κάτοχός του να το αντιληφθεί και να ειδοποιήσει την τράπεζα, η τελευταία δεν μπορεί να απαλλάσσεται και σε περιπτώσεις δόλου ή βαριάς αμέλειας, αφού είναι υποχρεωμένη να ελέγξει την ταυτοπροσωπία εκείνου που ζητεί ανάληψη χρημάτων.
13. Μονομερής μεταβολή επιβαρύνσεων στις πιστωτικές κάρτες και στις καταθέσεις.
14. Μονομερής καθορισμός των ημερών δέσμευσης, διαθεσιμότητας και μετάθεσης της έναρξης τοκοφορίας.

4 σχόλια:

ange-ta είπε...

-την επιβάρυνση του καταναλωτή που χρησιμοποιεί την πιστωτική κάρτα ως μέσο πίστωσης με τόκους αναδρομικά από την ημέρα διεξαγωγής της συναλλαγής και όχι με την πάροδο της προθεσμίας πληρωμής που αναγράφεται στο μηνιαίο λογαριασμό που του αποστέλλεται (γεγονός που συνεπάγεται την επιβάρυνση του καταναλωτή με τόκους κατά μέσο όρο 35 ημερών)

Σκέψου, ούτε που το είχα πάρει χαμπάρι!!! Νόμιζα, ότι ο τόκος υπολογίζεται απο της εκδόσεως του λογαριασμού!!

geokalp είπε...

ίσχυε μέχρι νομίζω μέχρι το 2004 όταν το άλλαξαν

ange-ta είπε...

Αυτό όμως είναι καθαρη κλοπή!
Γιατι σε υποχρεώνει σε δάνειο και μάλιστα με τρελλό επιτόκιο!

Καλά που το είδα!
ευχαριστώ πολύ

geokalp είπε...

είναι σίγουρο ότι πρόκειται για τοκογλύφους....